Σλοβενικά » Αγγλικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: diskusija , diskusijski , diskurz , poskusiti , diskretno και diskutant

diskusíj|a <-e, -i, -e> ΟΥΣ θηλ

diskutánt (ka) <-a, -a, -i> ΟΥΣ αρσ (θηλ)

poskúsi|ti <-m; poskusil> ΡΉΜΑ στιγμ μεταβ

poskusiti στιγμ od poskušati:

Βλέπε και: poskúšati

poskúša|ti <-m; poskušal> ΡΉΜΑ εξακολ μεταβ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский | Slovenščina