Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ύλη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ύλη [ˈili] SUBST θηλ

2. ύλη (υλικό):

ύλη
Material ουδ
Rohmaterial ουδ
Baumaterial ουδ
Schreibbedarf αρσ

3. ύλη φιλος:

ύλη
Materie θηλ

4. ύλη μτφ (για εξετάσεις):

ύλη
Stoff αρσ

5. ύλη μτφ (βιβλίου):

ύλη
Stoff αρσ
ύλη
Inhalt αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με ύλη

ύλη θηλ εγκεφάλου
Textilie θηλ
Urstoff αρσ
Süßstoff αρσ
πρώτη ύλη
Rohstoff αρσ
Kunststoff αρσ
Farbstoff αρσ
Brennstoff αρσ
Lehrstoff αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский