Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ωογαμία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ωογαμία [ɔɔɣaˈmia] SUBST θηλ ΒΙΟΛ

ωογαμία
Eibefruchtung θηλ
ωογαμία
Oogamie θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский