Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ψύχρα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ψύχρα [ˈpsixra] SUBST θηλ

ψύχρα
kühles Wetter ουδ
κάνει ψύχρα

Παραδειγματικές φράσεις με ψύχρα

κάνει ψύχρα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский