Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „χείλος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

χείλος [ˈçilɔs] SUBST ουδ

1. χείλος (χείλι):

χείλος
Lippe θηλ

2. χείλος (αιδοίου):

χείλος
Schamlippe θηλ
μεγάλα/μικρά χείλος
große/kleine Schamlippen θηλ πλ

3. χείλος (άκρη):

χείλος
Rand αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με χείλος

στο χείλος του γκρεμού και μτφ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский