Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φωτεινός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φωτειν|ός <-ή, -ό> [fɔtiˈnɔs] ΕΠΊΘ

1. φωτεινός (που λάμπει):

φωτεινός
Leucht-
Leuchtreklame θηλ

3. φωτεινός (όχι σκοτεινός):

φωτεινός

Παραδειγματικές φράσεις με φωτεινός

φωτεινός σηματοδότης

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский