Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φορτηγό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φορτηγό [fɔrtiˈɣɔ] SUBST ουδ

1. φορτηγό (αυτοκίνητο):

φορτηγό
Lastwagen αρσ
φορτηγό
Lkw αρσ
φορτηγό ανατροπής
Kipper αρσ
φορτηγό απορριμμάτων
Müllwagen αρσ
φορτηγό απορριμμάτων
φορτηγό γερανός
Fahrkran αρσ
φορτηγό ρυμούλκησης

2. φορτηγό (πλοίο):

φορτηγό
Frachter αρσ
φορτηγό
Frachtschiff ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με φορτηγό

φορτηγό ουδ γερανός
Fahrkran αρσ
φορτηγό όχημα
Lkw αρσ
φορτηγό ανατροπής
Kipper αρσ
Müllwagen αρσ
φορτηγό γερανός
Fahrkran αρσ
φορτηγό ρυμούλκησης
φορτηγό πλοίο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский