Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φασαρία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φασαρία [fasaˈria] SUBST θηλ

1. φασαρία (θόρυβος):

φασαρία
Krach αρσ
φασαρία
Lärm αρσ
μην κάνετε τόση φασαρία!

2. φασαρία (αναστάτωση):

φασαρία
Aufregung θηλ
γιατί όλη αυτή η φασαρία;
τόση φασαρία για το τίποτα

3. φασαρία (καβγάς):

φασαρία
Streit αρσ
ζητάει φασαρία

4. φασαρία (μπελάς):

φασαρία
Ärger αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский