Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φανταστικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φανταστικ|ός <-ή, -ό> [fandastiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. φανταστικός (πλασματικός, νοητός):

φανταστικός

2. φανταστικός (θαυμάσιος):

φανταστικός

Παραδειγματικές φράσεις με φανταστικός

φανταστικός άξονας
φανταστικός αριθμός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский