Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φανάρι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φανάρι [faˈnari] SUBST ουδ

1. φανάρι (χεριού, δρόμου):

φανάρι
Laterne θηλ
φανάρι τοίχου
Wandlaterne θηλ
das Rotlichtmilieu ουδ ενικ

2. φανάρι (αυτοκινήτου):

μπροστινό φανάρι
Scheinwerfer αρσ
πισινό φανάρι
Heckleuchte θηλ
πισινό φανάρι

3. φανάρι (τροχαίας):

Ampel θηλ ενικ
intelligente Ampel/Ampelanlage θηλ ενικ

4. φανάρι ΝΑΥΣ (φάρος):

φανάρι
Leuchtturm αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με φανάρι

φανάρι τοίχου
μπροστινό φανάρι
πισινό φανάρι
είναι φως φανάρι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский