Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υπέροχος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

υπέροχ|ος <-η, -ο> [iˈpɛrɔxɔs] ΕΠΊΘ

1. υπέροχος (θαυμάσιος):

υπέροχος

2. υπέροχος (που υπερέχει):

υπέροχος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский