Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υγεία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

υγεία [iˈjia], υγειά [iˈja] SUBST θηλ

2. υγεία (δημόσιο σύστημα):

δημόσια υγεία

Παραδειγματικές φράσεις με υγεία

ψυχική υγεία
δημόσια υγεία
υγεία θηλ του δέρματος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский