Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „τακτοποιώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

τακτοποι|ώ [taktɔpiˈɔ], ταχτοποι|ώ [taxtɔpiˈɔ] <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> VERB μεταβ

1. τακτοποιώ (κανονίζω):

τακτοποιώ ταχτοποιώ

2. τακτοποιώ (βάζω σε τάξη):

τακτοποιώ ταχτοποιώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский