Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σωλήνας“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σωλήνας [sɔˈlinas] SUBST αρσ, σωλήνα [sɔˈlina] SUBST θηλ

σωλήνας
Rohr ουδ
σωλήνας νερού
Wasserleitung θηλ
δοκιμαστικός σωλήνας
Reagenzglas ουδ
σωλήνας αναρρόφησης ΜΗΧΑΝΙΚΉ
Ansaugrohr ουδ
Bogengang αρσ
καθοδικός σωλήνας ΦΥΣ
πεπτικός σωλήνας
πεπτικός σωλήνας
ριζικός σωλήνας (δοντιού)
Wurzelkanal αρσ
Bildröhre θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με σωλήνας

σωλήνας αρσ τροφοδοσίας
Zulaufrohr ουδ
σωλήνας αρσ αναρρόφησης
Ansaugrohr ουδ
Bogengang αρσ
καθοδικός σωλήνας
πεπτικός σωλήνας
σωλήνας νερού
σωλήνας αναρρόφησης ΜΗΧΑΝΙΚΉ
Ansaugrohr ουδ
σωλήνας αρσ με φλάντζα
Bildröhre θηλ
έκλεισε ο σωλήνας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский