Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σαλιγκάρι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σαλιγκάρι [saliŋˈgari] SUBST ουδ, σαλίγκαρος [saˈliŋgarɔs] SUBST αρσ

σαλιγκάρι
Schnecke θηλ
σαλιγκάρι της θάλασσας
Meerschnecke θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με σαλιγκάρι

σαλιγκάρι της θάλασσας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский