Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πρόβλημα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πρόβλημα [ˈprɔvlima] SUBST ουδ

1. πρόβλημα:

πρόβλημα
Problem ουδ
το πρόβλημα είναι ότι
δεν υπάρχει πρόβλημα!
χωρίς πρόβλημα
παγκόσμιο πρόβλημα
Weltproblem ουδ
παγκόσμιο πρόβλημα
κύριο πρόβλημα
Hauptproblem ουδ

2. πρόβλημα ΜΑΘ:

πρόβλημα
Aufgabe θηλ
μαθηματικό πρόβλημα
μαθησιακό πρόβλημα ουδ
Lernproblem ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский