Ελληνικά » Γερμανικά

I . πλην [plin] PREP (εκτός)

πλην

II . πλην [plin] ΕΠΊΡΡ ΜΑΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский