Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πλάτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πλάτος [ˈplatɔs] SUBST ουδ

1. πλάτος (φάρδος):

πλάτος
Breite θηλ
πόσο πλάτος έχει;
γαλαξιακό πλάτος
γεωγραφικό πλάτος
γεωδαιτικό πλάτος
Breitengrade αρσ πλ
κύκλος αρσ πλάτους ΑΣΤΡΟΝ
Breitenkreis αρσ

2. πλάτος μτφ (σκέψεων):

πλάτος
Weite θηλ

3. πλάτος ΦΥΣ (κύματος):

πλάτος
Amplitude θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский