Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παραμιλώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παραμιλ|ώ <-άς, -ησα, -ημένος> [paramiˈlɔ] VERB αμετάβ

1. παραμιλώ (λέω ασυνάρτητα λόγια):

παραμιλώ

2. παραμιλώ (φλυαρώ):

παραμιλώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский