Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παραγγελία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παραγγελία [paraɲɟɛˈlia] SUBST θηλ

1. παραγγελία (εντολή για προμήθεια είδους):

παραγγελία
Bestellung θηλ
κάνω μια παραγγελία σε κάποιον
ακυρώνω μια παραγγελία
παίρνω μια παραγγελία
δοκιμαστική παραγγελία
τηλεφωνική παραγγελία
μαζική παραγγελία
δεύτερη παραγγελία (του ίδιου είδους)
Bestellschein αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με παραγγελία

μαζική παραγγελία
δοκιμαστική παραγγελία
τηλεφωνική παραγγελία
μεγάλη παραγγελία
επί παραγγελία
παίρνω μια παραγγελία
ακυρώνω μια παραγγελία
κάνω μια παραγγελία σε κάποιον

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский