Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πανί“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πανί [paˈni] SUBST ουδ

1. πανί (κομμάτι ύφασμα):

πανί
Tuch ουδ
είμαι πανί με πανί οικ
γίνομαι πανί

2. πανί (για καθάρισμα):

πανί
Lappen αρσ

3. πανί (σπάργανο):

πανί
Windel θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский