Ελληνικά » Γερμανικά

ορθό1 [ɔrˈθɔ] SUBST ουδ

το ορθό
das Richtige ουδ

ορθό2 [ɔrˈθɔ] SUBST ουδ ΑΝΑΤ

ορθό
Mastdarm αρσ
ορθό
Rektum ουδ

ορθο-ισομερές [ɔrθɔisɔmɛˈrɛs] SUBST ουδ ΧΗΜ

Παραδειγματικές φράσεις με ορθό

το ορθό
das Richtige ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский