Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ορθολογιστής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ορθολογιστής (ορθολογίστρια) [ɔrθɔlɔjisˈtis, ɔrθɔlɔˈjistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

ορθολογιστής (ορθολογίστρια)
Rationalist(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский