Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μπουκάλι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μπουκάλι [buˈkali] SUBST ουδ

μπουκάλι
Flasche θηλ
ένα μπουκάλι κρασί
eine Flasche θηλ Wein
ένα μπουκάλι για κρασί
eine Weinflasche θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με μπουκάλι

ένα μπουκάλι για κρασί
ένα μπουκάλι κρασί

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский