Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μπέμπα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μπέμπ|ης <-ηδες> [ˈbɛbis] SUBST αρσ, μπέμπα [ˈbɛba] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский