Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μνήμη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μνήμη [ˈmnimi] SUBST θηλ

2. μνήμη Η/Υ:

μνήμη
Speicher αρσ
μνήμη buffer
μνήμη cache
μνήμη RAM
RAM-Speicher αρσ
ενδιάμεση μνήμη
μνήμη εφαρμογής
Hauptspeicher αρσ
κρυφή μνήμη
μαζική μνήμη
Speicherkarte θηλ
Speicherzelle θηλ
Speichertaste θηλ

3. μνήμη (ανάμνηση):

μνήμη
Erinnerung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский