Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μικρούλα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . μικρούλ|ης <-α,-ικο> [miˈkrulis] ΕΠΊΘ

II . μικρούλ|ης <-α,-ικο> [miˈkrulis] SUBST αρσ/θηλ

μικροβόλτ [mikrɔˈvɔlt] SUBST ουδ αμετάβλ

μικροφίλμ [mikrɔˈfilm] SUBST ουδ αμετάβλ

μικροψέμα [mikrɔˈpsɛma] SUBST ουδ

μικρόζωα [miˈkrɔzɔa] SUBST ουδ πλ

μικροέξοδα [mikrɔˈɛksɔða] SUBST ουδ πλ

μικρολογία [mikrɔlɔˈjia] SUBST θηλ

μικροδουλειά [mikrɔðuˈʎa] SUBST θηλ

μικρόδεμα [miˈkrɔðɛma] SUBST ουδ

μικρομπάρ [mikrɔˈbar] SUBST ουδ αμετάβλ ΦΥΣ

μικροτσίπ [mikrɔˈtsip] SUBST ουδ αμετάβλ

μικρότητα [miˈkrɔtita] SUBST θηλ

1. μικρότητα:

Kleinheit θηλ

2. μικρότητα (ιδιότητα του χαρακτήρα):

Kleinlichkeit θηλ

μικροφάγο [mikrɔˈfaɣɔ] SUBST ουδ ΒΙΟΛ

μικρόβιο [miˈkrɔviɔ] SUBST ουδ

μικροαστ|ός (-ή) [mikrɔasˈt|ɔs, -i] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Kleinbürger(in) αρσ (θηλ)

μικροαμπέρ [mikrɔamˈbɛr] SUBST ουδ αμετάβλ

μικρολόγος [mikrɔˈlɔɣɔs] SUBST mf

μικρομερές [mikrɔmɛˈrɛs] SUBST ουδ ΒΙΟΛ

Μικρονησία [mikrɔniˈsia] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский