Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μαμά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μαμά [maˈma] SUBST θηλ

μαμά
Mama θηλ
μαμά
Mutti θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский