Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μαγειρική“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μαγειρική [majiriˈci] SUBST θηλ

μαγειρική
Kochkunst θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με μαγειρική

μαγειρική τέχνη
Kochkunst θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский