Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μέριμνα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μέριμνα [ˈmɛrimna] SUBST θηλ

μέριμνα για
Fürsorge θηλ um +αιτ
γονική μέριμνα (φροντίδα)
γονική μέριμνα (φροντίδα)
elterliche Sorge θηλ
γονική μέριμνα ΝΟΜ
elterliche Sorge θηλ
ασκώ τη γονική μέριμνα ΝΟΜ
κοινωνική μέριμνα
Sozialarbeit θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με μέριμνα

γονική μέριμνα
κοινωνική μέριμνα
ασκώ τη γονική μέριμνα ΝΟΜ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский