Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μ.

μ. Abk von συντομογραφία: μέτρο

μ.
Meter αρσ

Βλέπε και: μέτρο

μέτρο [ˈmɛtrɔ] SUBST ουδ

3. μέτρο (ποίησης):

Versmaß ουδ
Metrum ουδ

5. μέτρο ΜΟΥΣ:

Takt αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский