Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λογαριασμού“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κατάσταση λογαριασμού (τραπεζικού)
Kontostand αρσ
ποσό ουδ λογαριασμού
αριθμός αρσ λογαριασμού
Kontonummer θηλ
κατάσταση θηλ λογαριασμού
Kontostand αρσ
κάτοχος mf λογαριασμού
Kontoinhaber(in) αρσ (θηλ)
έναντι λογαριασμού
απόσπασμα λογαριασμού
Kontoauszug αρσ
αριθμός λογαριασμού ΧΡΗΜΑΤΟΠ
Kontonummer θηλ
άνοιγμα λογαριασμού
υπόλοιπο λογαριασμού
Kontostand αρσ
υπόλοιπο λογαριασμού
Kontosaldo αρσ
υπέρβαση τραπεζικού λογαριασμού
εγγραφή μείωσης λογαριασμού
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „λογαριασμού“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Kontoinhaber αρσ
δικαιούχος λογαριασμού αρσ
Kontoinhaber αρσ
κάτοχος λογαριασμού αρσ
κινήσεις θηλ πλ λογαριασμού
σύμβαση θηλ λογαριασμού

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский