Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λαβράκι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λαβράκι [laˈvraci] SUBST ουδ

1. λαβράκι (ψάρι):

λαβράκι
Seebarsch αρσ
γραμμωτό λαβράκι

2. λαβράκι μτφ (σε εφημερίδα):

λαβράκι
Scoop αρσ
βγάζω λαβράκι

Παραδειγματικές φράσεις με λαβράκι

γραμμωτό λαβράκι
βγάζω λαβράκι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский