Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κόρνο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κόρνο [ˈkɔrnɔ] SUBST ουδ ΜΟΥΣ

κόρνο
Horn ουδ
γαλλικό κόρνο
Waldhorn ουδ

Παραδειγματικές φράσεις με κόρνο

γαλλικό κόρνο
Waldhorn ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский