Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κρίκετ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κρίκετ [ˈkricɛt] SUBST ουδ αμετάβλ

κρίκετ
Kricket ουδ
παίκτης αρσ του κρίκετ

Παραδειγματικές φράσεις με κρίκετ

παίκτης αρσ του κρίκετ
μπάλα του κρίκετ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский