Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κράμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κράμα [ˈkrama] SUBST ουδ

1. κράμα (γενικά):

κράμα
Mischung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский