Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κιτρινίζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κιτρινί|ζω <-σα, -σμένος> [citriˈnizɔ] VERB αμετάβ (χλομιάζω, ξεθωριάζω)

κιτρινίζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский