Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κεφάλα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κεφάλα [cɛˈfala] SUBST θηλ

1. κεφάλα (μεγάλο κεφάλι):

κεφάλα
großer Kopf αρσ

2. κεφάλα μειωτ:

κεφάλα
Rübe θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με κεφάλα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский