Ελληνικά » Γερμανικά

I . καλημέρα [kaliˈmɛra] ΕΠΙΦΏΝ

1. καλημέρα (το πρωί):

δουλειά [ðuˈʎa] SUBST θηλ

δουλεία [ðuˈlia] SUBST θηλ

1. δουλεία (σκλαβιά):

Sklaverei θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский