Ελληνικά » Γερμανικά

I . καθώς [kaˈθɔs] ΕΠΊΡΡ (όπως)

II . καθώς [kaˈθɔs] ΣΎΝΔ

1. καθώς (όταν):

καθώς
als

2. καθώς (αφού, μια και):

καθώς
καθώς και
καθώς και

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский