Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καθένας“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καθένας (καθεμιά) [ή (καθεμία)]

καθένας [kaˈθɛnas, kaθɛˈmɲa/kaθɛˈmia, kaˈθɛna] ΑΝΤΩΝ:

καθένας (καθεμιά) [ή (καθεμία)]
ο καθένας θα πάρει (από) ένα κιλό
πήραμε ένα κιλό ο καθένας
ο καθένας έχει και τη γνώμη του
καθένας από μας, ο καθένας μας

Παραδειγματικές φράσεις με καθένας

καθένας από μας, ο καθένας μας
ο καθένας ξέχωρα
πήραμε ένα κιλό ο καθένας
καθένας με την τρέλα του οικ
ο καθένας με το γούστο του
ο καθένας θα πάρει (από) ένα κιλό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский