Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θηλαστικό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

θηλαστικό [θilastiˈkɔ] SUBST ουδ

θηλαστικό
Säugetier ουδ
άγριο θηλαστικό
θαλάσσιο θηλαστικό

Παραδειγματικές φράσεις με θηλαστικό

θηλαστικό ζώο
Säugetier ουδ
άγριο θηλαστικό
θαλάσσιο θηλαστικό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский