Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ζούληγμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ζούλη(γ)μα [ˈzuli(ɣ)ma] SUBST ουδ

1. ζούλη(γ)μα (η πράξη):

Pressen ουδ

2. ζούλη(γ)μα (λακκουβίτσα σε επιφάνεια):

Mulde θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский