Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „επταετία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

επταετία [ɛptaɛˈtia] SUBST θηλ

1. επταετία (χρονική περίοδος):

επταετία
επταετία
sieben Jahre ουδ πλ
στην επταετία που
την επόμενη επταετία
σε μία επταετία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский