Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εξουσιαστική“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εξουσιαστική σχέση
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „εξουσιαστική“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

εξουσιαστική σχέση θηλ
εξουσιαστική αίρεση θηλ
ειδική εξουσιαστική σχέση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский