Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εξοπλισμού“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

αγαθά (βιομηχανικού) εξοπλισμού
Ausrüstungsgüter ουδ πλ
αγαθά ουδ πλ βιομηχανικού εξοπλισμού
Ausrüstungsgüter ουδ πλ
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „εξοπλισμού“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

επένδυση θηλ εξοπλισμού
έξοδα ουδ πλ εξοπλισμού
έξοδα ουδ πλ εξοπλισμού
έξοδα ουδ πλ εξοπλισμού
έξοδα ουδ πλ εξοπλισμού
προστασία θηλ εξοπλισμού
αντικείμενο ουδ σκηνικού εξοπλισμού
κατάστημα ουδ οικοδομικού εξοπλισμού
ανάληψη θηλ του εξοπλισμού
νόμος αρσ για την ασφάλεια του εξοπλισμού

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский