Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „εξευτελισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

εξευτελισμός [ɛksɛftɛlizˈmɔs] SUBST αρσ

1. εξευτελισμός (ταπείνωση):

εξευτελισμός
Erniedrigung θηλ

2. εξευτελισμός (τιμής, αξίας):

εξευτελισμός
Herabsetzung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский