Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ενορίτης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ενορίτ|ης (-ισσα) [ɛnɔˈrit|is, -isa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

ενορίτης (-ισσα)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский