Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ενεργειακή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ενεργειακή ανεξαρτησία
ενεργειακή οικονομία
ενεργειακή διαφοροποίηση
ενεργειακή κρίση
Energiekrise θηλ
ενεργειακή πολιτική
ενεργειακή επάρκεια
ενεργειακή κρίση
Energiekrise θηλ
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „ενεργειακή“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

Energiewende θηλ
ενεργειακή μετάβαση θηλ
ενεργειακή κρίση θηλ
ενεργειακή πολιτική θηλ
ενεργειακή οικονομία θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский