Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ελκυστήρας“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ελκυστήρας [ɛlcisˈtiras] SUBST αρσ

1. ελκυστήρας (γεωργικός):

ελκυστήρας
Traktor αρσ

2. ελκυστήρας (αλλοιώς):

ελκυστήρας
Zugmaschine θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский